18/10/11

ΤΕΧΝΗ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΟ


                Γιώργος Καραβοκύρης,
                                                                                                                                                                Δικηγόρος, Δ.Ν.

ΤΕΧΝΗ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΟ

Εισαγωγή

Ø      Το δίκαιο ως περιορισμός της ελευθερίας της τέχνης (π.χ. άρθρο 16 Σ.). Το ζήτημα της λογοκρισίας. Όμως, το δίκαιο και η τέχνη δεν τελούν πάντα σε αντίθεση. Ας μην παραγνωρίζουμε ότι στην πραγματικότητα συνιστούν δύο όμοια φαινόμενα λόγου.

Ø      Η κοινή φύση τέχνης και δικαίου : η έννοια της τάξης και η έννοια του πράγματος, του ξεχωριστού από το σώμα του δημιουργού αντικειμένου. Ο (κλασικός) “αρτίστικος” προσδιορισμός του δικαίου. Ο νόμος παραπέμπει στο... δίκαιο και η τέχνη στο... ωραίο. Η φιλοσοφική ακολουθία των θεωριών της τέχνης με αυτών του δικαίου. Από το φιλοσοφικό ρεαλισμό στον συμβασιοκρατικό νομιναλισμό και από τον  κυριαρχούμενο καλλιτέχνη των αρχαίων στον κυρίαρχο των μοντέρνων. Από την αρχαία υποταγή στην αναπαράσταση της φύσης στη μοντέρνα απελευθέρωση του δημιουργού από τη φύση (αναφορά σε Καντόροβιτς και τη στέψη του ποιητή Πετράρχη στο Καπιτώλιο το 1341, το σώμα του Ποιητή και το σώμα του Καίσαρα συναντώνται). Νομικό παράδειγμα : το κυρίαρχο άτομο και ο κυρίαρχος λαός (π.χ Ρουσσό).

Ø      Από το πράγμα στο έργο : η διαδικασία αξιολόγησης και σήμανσης που καθιστά το πράγμα έργο τέχνης. Στο δίκαιο: από την υποκειμενική δήλωση βουλήσεως στην αντικειμενική σήμανσή της. Από το είναι στο δέον. Τα προβλήματα στο δίκαιο και στην κελσενική θεωρία. Στον Κέλσεν ανακύπτει μια θεμελιώδης ένταση ανάμεσα στη νομικότητα της πρότασης (πράξη γνώσης) και την ερμηνεία της (πράξη βούλησης). Είναι δυνατό να καταλάβουμε το νόημα μιας πρότασης (του δικαίου ή της τέχνης) δίχως παράλληλα να τη χαρακτηρίσουμε ως... πρόταση; Το ίδιο, όμως, δεν ισχύει καταστατικά και για την τέχνη;

Ø      Κεντρικό ερώτημα : πως αναλύεται αυτή η διαδικασία; το πέρασμα από το πραγματικό γεγονός στον κανόνα. Ανακύπτει ως καθοριστικό στοιχείο για την τέχνη και το δίκαιο το ζήτημα της ερμηνείας. Και η ερμηνεία είναι τελικά εξουσία. Ποιός καθορίζει το νόημα της τέχνης/δικαίου; Ποιός είναι ο Κυρίαρχος στην τέχνη και το δίκαιο, ο δημιουργός του κανόνα ή του έργου ή ο αποδέκτης του; Μπορούμε να στηριχθούμε στη θεωρία της τέχνης για να κατανοήσουμε το δίκαιο;

               


1. Μια διαλογική αντίληψη δικαίου και τέχνης : το δίκαιο/τέχνη σε δύο χρόνους

Ø      Οι τέχνες σε έναν ή σε δύο χρόνους: γλυπτική, ζωγραφική, μουσική, θέατρο, ποίηση, λογοτεχνία. Υπάρχει διαχωρισμός; Ποια η διαφορά της γλυπτικής ή της ζωγραφικής από τη μουσική ή το θέατρο; Το έργο του  Ανρί Γκουγιέ (τέχνη σε δύο χρόνους) και του Νίκολας Γκούντμαν (τέχνη σε δύο φάσεις και σε κάποιες περιπτώσεις σε τρεις, όπως στη μουσική). Η κρίσιμη διαφορά γραφής/ανάγνωσης και η ένταση ανάμεσα στο σταθερό σημείο του κειμένου και τη συνεχώς μεταβαλλόμενη εκτέλεσή/ανάγνωσή του. Το νόημα δηλαδή πάντα αναβάλλεται (Ντεριντά). Έτσι, όμως, και το δίκαιο : το δίκαιο είναι προορισμένο για να παιχτεί, για να διαβαστεί, να εκτελεστεί.

Ø      Οι φιλοσοφικές καταβολές αυτής της ερμηνευτικής έντασης ή αλλιώς της απόστασης του κειμένου από το νόημά του : ερμηνευτική και πραγματολογία. Μια ανοιχτή αμφισβήτηση της νομικής δογματικής ως προς το θέμα της ερμηνείας. Η αυτοαναφορικότητα της νομικής  θεωρίας και η επιμονή της στις κλασικές μεθόδους ερμηνείας (γραμματική, τελολογική, συστηματική). Μας ενδιαφέρουν οι προθέσεις του συγγραφέα (originalists στο δίκαιο, στην τέχνη αποτελεί κοινό τόπο ότι το έργο υπερβαίνει την πρόθεση);

Ø      Ερμηνευτική: διαχωρισμός ανάμεσα στις κοινωνικές και τις θετικές επιστήμες. Η αμφισημία στη γλώσσα και η σύγκρουση λογικής και ρητορικής. Η έννοια της κατανόησης ως εφαρμογής και η σημασία της για την τέχνη και το δίκαιο (Βλ. Γκάνταμερ). Η αναγωγή του τι είναι τέχνη ή δίκαιο στην αυθεντία και η ανεπάρκεια αυτού του κριτηρίου. Η πιο σύγχρονη θεωρία του Ντουόρκιν (το chain novel, η ερμηνεία και το αίτημα της συνεκτικότητας καθώς και της αναζήτησης της καλύτερης απάντησης). Το κείμενο ως πρόσωπο (η θεωρία του Πολ Ρικέρ). Αυτές οι θεωρίες είναι έμμεσα μονολογικές γιατί επιμένουν σε μια αντικειμενική ανίχνευση του νοήματος, σε μια ταύτιση τελικά της εκτέλεσης του κειμένου με το ίδιο το κείμενο, στην κατάργηση δηλαδή της απόστασης ανάμεσα στον συγγραφέα και τον αναγνώστη.

Ø      Η ριζική πραγματολογία του Ώστιν. Η διάκριση ανάμεσα στο νόημα και τη δύναμη υπονοεί την απόλυτη ελευθερία του ερμηνευτή. Η κατάργηση της διάκρισης ανάμεσα στις διαπιστωτικές και τις επιτελεστικές προτάσεις. Το νόημα προσδιορίζει τη δύναμη και το αντίστροφο. Δεν υπάρχει νόημα χωρίς δύναμη και δύναμη χωρίς νόημα. Πρέπει δηλαδή για να κατανοήσουμε τη σήμανση μιας πρότασης ως νομικά δεσμευτικής ή κατ' αναλογία την προαγωγή ενός έργου σε έργο τέχνης ότι δεν αρκεί ο εντοπισμός των σημασιολογικών/τεχνικών στοιχείων αλλά και η πραγματολογική εξέταση της δύναμης, της πράξης δηλαδή της εκφοράς του λόγου/τέχνης. Η κοινή στο δίκαιο και την τέχνη έννοια της αναπαράστασης και η δύναμη του φτιαχτού (fictio).



2. Η ανατομία της παραγωγής του κανόνα δικαίου/έργου τέχνης

Ø      Το παράδειγμα της ορχήστρας (πως παράγεται τελικά το νόημα της παρτιτούρας και τελικά το νόημα και άρα και η νομικότητα του κανόνα;). Οι ομοιότητες ανάμεσα στο μουσικό έργο και τον κανόνα δικαίου. Το κείμενο ως σημείο αναφοράς, το οποίο καθιστά δυνατή την ύπαρξη του αντικειμένου της ερμηνείας. Πριν από αυτή τη δήλωση βουλήσεως δεν είναι δυνατή η εκκίνηση της παραγωγής του κανόνα/έργου τέχνης. Για να παραχθεί όμως το έργο τέχνης/κανόνας δικαίου πρέπει κάποιος να λειτουργήσει ως διαμεσολαβητής, σαν διευθυντής ορχήστρας, ανάμεσα στον συγγραφέα και τον αποδέκτη. Πρέπει, δηλαδή, κάποιος να πιστοποιήσει ότι αυτή είναι η ορθή/ωραία/νόμιμη ερμηνεία και να πείσει τους υπόλοιπους γι'αυτό. Να πείσει δηλαδή ότι η συγκεκριμένη ερμηνεία είναι σύμφωνη με αυτό που θα ήθελε ο συνθέτης να ακουστεί. Στην περίπτωση του δικαίου, ο νομοθέτης αναλαμβάνει να πείσει ότι ο νόμος είναι σύμφωνος με αυτό που λαός (δια του Συντάγματος) θα ήθελε να εφαρμοστεί. Το δίκαιο/τέχνη είναι καταρχάς ένα παιχνίδι κυριαρχίας. Υπάρχουν όρια στο παιχνίδι αυτό (πραγματολογικά, σημασιολογικά) ή μήπως η μόνη αλήθεια είναι το ίδιο το παιχνίδι;

Ø      Η α-νομική διάσταση των διυποκειμενικών θεωριών (π.χ. Χάμπερμας). Η αποτυχία της επικοινωνίας ανάμεσα στους δύο για την παραγωγή του κανόνα δικαίου/έργου τέχνης. Η θεμελίωση του έργου τέχνης στο λόγο ή στη βούληση; Το δίκαιο/τέχνη ως υπόθεση πίστης και όχι γνώσης και η δεσμευτικότητα μιας ισχυρής βούλησης.

Ø      Μια ακόμη κοινή οντολογική συνισταμένη ανάμεσα στην τέχνη και το δίκαιο: η ύπαρξη του τρίτου ανθρώπου που θα επικυρώσει την ορθότητα της ερμηνείας και θα κλείσει την παραγωγή του κανόνα/έργου τέχνης. Στο δίκαιο είναι ο δικαστής ή ο κάθε γενικά αυθεντικός ερμηνευτής του κανόνα και στην τέχνη το κοινό. Πριν μιλήσει ο αυθεντικός ερμηνευτής ο κανόνας δεν έχει αυστηρά τεθεί στην έννομη τάξη και πριν χειροκροτήσει το κοινό το έργο δεν έχει αξιολογηθεί ποιοτικά ως έργο τέχνης.

Ø      Τέλος, μια μεγάλη διαφορά ανάμεσα στο δίκαιο και την τέχνη : στο δίκαιο ο διάλογος πρέπει να κλείσει και η διαφορά ως προς το νόημα του κανόνα να επιλυθεί. Αντίθετα, στην τέχνη έχουμε την ευχέρεια να διαφωνούμε όσο το επιθυμούμε.

Αρχειοθήκη ιστολογίου