Mάθημα 1ο
Η μετανάστευση συμφυής με την ανθρωπότητα.
Η κινητικότητα των ανθρώπων σε αναζήτηση δουλειάς και καλύτερων συνθηκών ζωής είναι αποτέλεσμα της άνισης κατανομής του πλούτου στον κόσμο.
Ο μετανάστης δεν είναι Οδυσσέας, δηλαδή εραστής της περιπέτειας. Αν μπορούσε θα έμενε στην πατρίδα. Στην πατρίδα του πιστεύει ότι θα γυρίσει και αφού φύγει αλλά πολύ συχνά δεν τα καταφέρνει. Το ίδιο πιστεύει για αυτόν και η χώρα υποδοχής.
Η μετανάστευση ολικό φαινόμενο. Αφορά και επιφέρει αποτελέσματα βιοτικού χαρακτήρα
- στους ίδιους τους μετανάστες
- στη χώρα υποδοχής τους
- στη χώρα καταγωγής τους
Αλλάζει την οικονομία, τον πολιτισμό και όλες τις εκφορές τις ανθρώπινης συμπεριφοράς: δημιουργεί καταστάσεις υβριδιακές και προκαλεί τα στερεότυπα αυτοχθονίας των γηγενών: όλοι είμαστε προϊόντα μεταναστεύσεων.
Η μετανάστευση γίνεται ρυθμισμένα κατ΄εξαίρεση με προσκλήσεις συγκεκριμένου εργατικού δυναμικού ή ατόμων και συμβάσεις μεταξύ των κρατών υποδοχής και αποστολής(πχ. Γερμανία μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο)
Κατά κανόνα στις μέρες μας γίνεται αρρύθμιστα και ακανόνιστα με βάση μεταναστευτικά δίκτυα. Στην περίπτωση αυτή τα κράτη είτε διώχνουν, είτε νομιμοποιούν τους «παράνομους» μετανάστες, είτε απλώς αδιαφορούν προσπαθώντας να εξαντλήσουν τα συγκριτικά πλεονεκτήματα φθηνής εργατικής δύναμης που δίνει η «παράνομη» μετανάστευση.
Τα κράτη εντάσσουν τους μετανάστες
Είτε αφομοιώνοντάς τους
Είτε αναγνωρίζοντας την ετερότητά τους
Είτε και τα δύο
Τα κράτη αποκλείουν τους μετανάστες
Είτε διώχνοντάς τους
Είτε γκετοποιώντας τους.
Η απόδοση της ιδιότητας του πολίτη στους μετανάστες που το επιθυμούν είναι μέσο κοινωνικής ένταξης
Μοντέλα συμπερίληψης και/ή αποκλεισμόύ από την ιδιότητα του πολίτη.
1. Διαδικαστικό μοντέλο. Σύμφωνα λοιπόν με τους υποστηρικτές του μοντέλου αυτού, ο καλύτερος τρόπος να οργανωθεί μια πολυπολιτισμική κοινωνία είναι να αρκεστεί σε εκείνο το στοιχείο στο οποίο οι διαφορετικές κοινότητες οι οποίες την απαρτίζουν μπορούν στοιχειωδώς να συγκλίνουν. Κατά τη διαδικαστική αυτή αντίληψη που έλκει την καταγωγή της από τη χομπσιανή θεώρηση της πολιτικής κοινωνίας, το κράτος, στο όνομα της ασφάλειας των πολιτών, αρκείται στο να εξασφαλίσει την συναίνεση των τελευταίων σχετικά με τη δομή της κρατικής εξουσίας, και από κει και πέρα να μην επεμβαίνει στην προώθηση ουσιαστικών στόχων στο χώρο της κουλτούρας. Μόνο ένα πολιτισμικά ουδέτερο κράτος μπορεί να εξασφαλίσει το ευ ζειν των πολιτών του. Αυτό είναι ένα ωραίο μοντέλο, το οποίο όμως δεν μπορεί να εφαρμοστεί πουθενά.
2. Το αφομοιωτικό μοντέλο. Για το μοντέλο αυτό, απαραίτητη προϋπόθεση για τη σταθερότητα και συνεκτικότητα μιας πολιτείας είναι όλα τα μέλη της να μοιράζονται τον ίδιο πολιτισμό, αίσθηση υπαγωγής και συνείδηση, εάν όχι καταγωγή. Μόνο έτσι, μπορεί να υπάρχει αλληλεγγύη ανάμεσα στα μέλη μιας κοινωνίας, και κατ’επέκταση στους πολίτες ενός κράτους. Το μοντέλο αυτό έλκει την καταγωγή του από τη διδασκαλία του Rousseau, του Herder ή του Fichte. Η επιλογή εδώ για τις μειονότητες είναι μάλλον απλή: ή αφομοιώνονται, ή φεύγουν, ή απλώς αποδέχονται τις διακρίσεις που συνεπάγεται η επιλογή του να μείνουν μειονότητες. Αυτό είναι ένα δυσάρεστο μοντέλο, το οποίο, ωστόσο, έχει εφαρμοστεί σχεδόν παντού, και εννοείται κατεξοχήν στην Ελλάδα.
3. Το υβριδιακό μοντέλο, το οποίο, στις διάφορες παραλλαγές του υιοθετεί μια στρατηγική συμπερίληψης κάπου ανάμεσα στα δύο προηγούμενα. Ουσιαστικά, το βασικό επιχείρημα είναι ότι το διαδικαστικό μοντέλο είναι πολύ κενό για να συγκρατήσει μια κοινωνία, ενώ η αφομοίωση είναι και δεν είναι τόσο απαραίτητη, ούτε βέβαια είναι επιθυμητή. Αυτό που διαδραματίζει εξαιρετικά κρίσιμο ρόλο εδώ, είναι η διάκριση δημοσίου – ιδιωτικού Στο μεν δημόσιο, η πολιτεία επιβάλλει αρχές και μια πολιτική κουλτούρα, ενώ στο ιδιωτικό κατισχύει η αυτονομία της προσωπικότητας. Θα έλεγε κανείς ότι το μείζον τμήμα της σύγχρονης βιβλιογραφίας, από τον Πολιτικό φιλελευθερισμό του J. Rawls έως τον συνταγματικό πατριωτισμό του Habermas, παραπέμπει σε παραλλαγές αυτού του μοντέλου. Επίσης, μια τέτοιου είδους πολιτική προκρίνεται και ως η μόνη βιώσιμη και δίκαια από σημαντικό τμήμα των δυτικών πολιτικών ελίτ.
4. Στα υβριδιακά μοντέλα ενσωμάτωσης στην ιδιότητα του πολίτη εύλογα, κατά την άποψή μου, μπορεί να ασκηθεί μια κριτική από πλουραλιστικής οπτικής, υπό την έννοια ότι λαμβάνουν ως στατικά μεγέθη τις κυρίαρχες αξίες, πρακτικές, σύμβολα προς την πορεία ενσωμάτωσης των οποίων καλούνται να κινηθούν οι μετανάστες και οι μειονότητες προκειμένου να ενταχθούν. Ωστόσο, αυτή η θεώρηση δεν λαμβάνει υπόψη της ότι καμία κουλτούρα δεν είναι στατική. Η διαδικασία συμπερίληψης στην πολιτική κοινότητα ή και στην κοινωνία άλλων ανθρώπων είναι μια διαδικασία που αλλάζει μεσοπρόθεσμα και την ίδια την κοινωνία ή πολιτική κοινότητα που υποδέχεται. Και το «εμείς» αποκτά νέο περιεχόμενο και το «αυτοί» επαναδιατάσσεται. Άρα, το να αφήσουμε απλώς στον ιδιωτικό χώρο την έκφραση της ετερότητας είναι μια λύση συχνά προσχηματική καθώς και στην αφομοίωση οδηγεί αλλά και δεν λαμβάνει υπόψη της την ένταση κατά την οποία η ηγεμονεύουσα κουλτούρα επαναμορφοποιείται διαρκώς από τις συναντήσεις της. Το τελευταίο νομίζω είναι και το πιο κρίσιμο. Κατά κύριο λόγο, αυτή είναι και η προβληματική περί προστασίας των μειονοτήτων από τους θεωρητικούς που επιχειρούν να συμφιλιώσουν τον φιλελευθερισμό και τον κοινοτισμό, όπως ο Kymlicka, o Taylor κτλ.
5 Τέλος, ας μιλήσουμε για το μοντέλο του milliet, το οποίο, χοντρικά, αναπαράγει