ΧΡΟΝΟΣ
online περιοδικό με αφετηρία την Ελλάδα
το συμβάν της 11ης Ιουνίου 2013 αφορά όλους τους Ευρωπαίους δημοκράτες
Η Ελλάδα χωρίς δημόσια ραδιοτηλεόραση
Δεν νοείται σύγχρονη δημοκρατία χωρίς δημόσια ραδιοφωνία και
τηλεόραση. Αυτό που θα έπρεπε να θεωρείται αυτονόητο αναφορικά με την
πράξη νομοθετικού περιεχομένου που έκλεισε τον δημόσιο ραδιοτηλεοπτικό
φορέα στην Ελλάδα, πρέπει δυστυχώς να επισημανθεί. Διότι στα σύγχρονα
κράτη το δικαίωμα στην πληροφόρηση των πολιτών προϋποθέτει την παρουσία
του κράτους στον χώρο της ενημέρωσης. Συνεπώς, με τη χθεσινή κυβερνητική
ενέργεια, η Ελλάδα βρέθηκε κατάφωρα έξω από τον χάρτη των σύγχρονων
δημοκρατιών σε ό,τι αφορά το δικαίωμα της πληροφόρησης και συμμετοχής
στην κοινωνία της πληροφορίας. Ο δε τρόπος με τον οποίο μεθοδεύτηκε και
υλοποιήθηκε η απόφαση αυτή, φέρνει στο νου τις πιο σκοτεινές στιγμές του
20ού αιώνα για το ελληνικό πολίτευμα. Το αποτέλεσμα είναι ότι ακόμη και
ο απλός άνθρωπος που δυσανασχετούσε με τις χρόνιες παθογένειες της
Ε.Ρ.Τ. έχει μείνει ενεός. «Αυτό δεν πιστεύαμε ότι θα το βλέπαμε»,
ψιθυρίζουν οι περισσότεροι. Και όμως, το πιο αποφασιστικό χτύπημα είναι
αυτό που δεν θα περίμενε κανείς… Προετοιμάζει για τα χειρότερα και
κυρίως διδάσκει τον κόσμο ότι δεν μπορεί ποτέ πια να είναι σίγουρος για
τίποτε. Αυτό είναι ο κύριος στόχος πίσω από τον τρόπο με τον οποίο
πορεύονται οι ελληνικές κυβερνήσεις τα τελευταία τρία χρόνια υπό την
επίβλεψη της τρόικας. Αυτό συνιστά την πεμπτουσία του νεοφιλελεύθερου
πειράματος.
Όποια παρέμβαση ήθελε να κάνει η κυβέρνηση στη δημόσια ραδιοφωνία και τηλεόραση προς την κατεύθυνση εξορθολογισμού των υπηρεσιών της έχει ως συνταγματικό όριο τη λειτουργία της. Η παύση της λειτουργίας της Ε.Ρ.Τ. ξεφεύγει από τα όρια του συνταγματικού πολιτεύματος, ενώ οι μαζικές απολύσεις παραβιάζουν με προφανή τρόπο ό,τι απέμεινε από την ελληνική εργατική νομοθεσία αλλά και το κοινοτικό δίκαιο. Η δημόσια ραδιοτηλεόραση δεν είναι μια οποιαδήποτε δημόσια υπηρεσία. Είναι αγαθό δημοσίου συμφέροντος, η απρόσκοπτη διάθεση του οποίου στους πολίτες δεν επαφίεται στις ορέξεις του εκάστοτε κυβερνώντος. Ο έλεγχος της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης που προβλέπει το ελληνικό Σύνταγμα (Άρθρο 15, παρ. 2) δεν είναι εμπράγματο δικαίωμα της κυβέρνησης επί της τηλεόρασης όπως το αντιλαμβάνονται αυτοί που κυβερνούν την Ελλάδα προκειμένου να ικανοποιηθεί η αξίωση των δανειστών της χώρας για 2.000 απολύσεις από το δημόσιο. Αυτά τα αυτονόητα για μια σύγχρονη δημοκρατία πρέπει να διευκρινίζονται στην Ελλάδα του 2013.
Το αν ο ελληνικός λαός είναι σε θέση να εμπιστευτεί αυτή την κυβέρνηση που χρησιμοποιεί τη δημόσια ραδιοφωνία και τηλεόραση ως βραχίονα της πιο γκροτέσκας προπαγάνδας και χειραγώγησης για να «εξυγιάνει» την Ε.Ρ.Τ. είναι άλλης φύσης –ρητορικό– ερώτημα, το οποίο φυσικά όχι μόνο δεν πρέπει να απωθείται αλλά πρέπει διαρκώς να τίθεται από όσους διακονούν πολιτικές εξυγίανσης του δημοσίου τομέα στην Ελλάδα. Προκαλεί αποτροπιασμό μέσα στην οδύνη των ημερών ότι αυτός ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, ο οποίος χθες σε μια ανακοίνωση-απαύγασμα του κρατικού αυταρχισμού, λαϊκισμού και ρεβανσισμού δήλωσε ότι «the party is over» θα είναι αυτός που θα ηγηθεί της προσπάθειας ανασυγκρότησης της δημόσιας ραδιοφωνίας και τηλεόρασης στην Ελλάδα. Διότι απλώς το «party» ήταν (και) δικό του. Δεν ήταν του ελληνικού λαού.
Όμως ο Έλληνας πρωθυπουργός με τη χθεσινή απόφαση επιχειρεί κάτι άλλο. Καθώς ουδείς εχέφρων άνθρωπος σε αυτή τη χώρα θεωρεί ότι η κυβέρνησή του είναι σε θέση έστω και στοιχειωδώς να βελτιώσει την Ε.Ρ.Τ., κάνει μια επίδειξη πολιτικής πυγμής με σκοπό να πείσει τους εντός όσο και τους εκτός Ελλάδας ότι η κυβέρνησή του –και μόνον αυτή– μπορεί να διασφαλίσει τα δικαιώματα των δανειστών στην Ελλάδα. Η Ε.Ρ.Τ. είναι η αρχή. Ο τρόπος με τον οποίο εκδηλώνεται επικοινωνιακά αυτή η επίδειξη στριμώχνει ασφυκτικά μέχρι το σημείο του πολιτικού αφανισμού, τούς ήδη βυθισμένους στην ηθική απαξίωση εταίρους του, και υποβάλλει πλέον την αξιωματική αντιπολίτευση σε διλήμματα πιο βαθιά φέρνοντάς την αντιμέτωπη με την επιτακτική ανάγκη της «βίαιης ωρίμανσής» της. Οι ανεπάρκειες της αξιωματικής αντιπολίτευσης πλέον βαραίνουν περισσότερο από ποτέ καθώς η συνέχιση αυτής της κυβερνητικής θητείας είναι εγκληματική.
Είναι γεγονός ότι η δημοκρατία στην Ελλάδα δοκιμάζεται. Πιο συμβολικό στιγμιότυπο αυτής της δοκιμασίας από το «μαύρο» στην οθόνη της Ε.Ρ.Τ. το βράδυ της Τρίτης 11ης Ιουνίου και 2.656 απολύσεις από το δημόσιο με τις υπογραφές δύο υπουργών δύσκολα επινοείται. Αν το εγχείρημα αυτό πετύχει στην Ελλάδα, είναι σίγουρο πως θα περάσει τα ελληνικά σύνορα. Για τον λόγο αυτόν είναι κρίσιμο για τη δημοκρατία στην Ευρώπη να ανατραπεί.
Να μην εκπλήσσει ότι το μαύρο στην οθόνη της Ε.Ρ.Τ. βρήκε έναν υπερασπιστή: τους Έλληνες ναζί. Υπ’ αυτή την έννοια, το συμβάν της 11ης Ιουνίου 2013 αφορά όλους τους Ευρωπαίους δημοκράτες.
Δημήτρης Χριστόπουλος
Όποια παρέμβαση ήθελε να κάνει η κυβέρνηση στη δημόσια ραδιοφωνία και τηλεόραση προς την κατεύθυνση εξορθολογισμού των υπηρεσιών της έχει ως συνταγματικό όριο τη λειτουργία της. Η παύση της λειτουργίας της Ε.Ρ.Τ. ξεφεύγει από τα όρια του συνταγματικού πολιτεύματος, ενώ οι μαζικές απολύσεις παραβιάζουν με προφανή τρόπο ό,τι απέμεινε από την ελληνική εργατική νομοθεσία αλλά και το κοινοτικό δίκαιο. Η δημόσια ραδιοτηλεόραση δεν είναι μια οποιαδήποτε δημόσια υπηρεσία. Είναι αγαθό δημοσίου συμφέροντος, η απρόσκοπτη διάθεση του οποίου στους πολίτες δεν επαφίεται στις ορέξεις του εκάστοτε κυβερνώντος. Ο έλεγχος της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης που προβλέπει το ελληνικό Σύνταγμα (Άρθρο 15, παρ. 2) δεν είναι εμπράγματο δικαίωμα της κυβέρνησης επί της τηλεόρασης όπως το αντιλαμβάνονται αυτοί που κυβερνούν την Ελλάδα προκειμένου να ικανοποιηθεί η αξίωση των δανειστών της χώρας για 2.000 απολύσεις από το δημόσιο. Αυτά τα αυτονόητα για μια σύγχρονη δημοκρατία πρέπει να διευκρινίζονται στην Ελλάδα του 2013.
Το αν ο ελληνικός λαός είναι σε θέση να εμπιστευτεί αυτή την κυβέρνηση που χρησιμοποιεί τη δημόσια ραδιοφωνία και τηλεόραση ως βραχίονα της πιο γκροτέσκας προπαγάνδας και χειραγώγησης για να «εξυγιάνει» την Ε.Ρ.Τ. είναι άλλης φύσης –ρητορικό– ερώτημα, το οποίο φυσικά όχι μόνο δεν πρέπει να απωθείται αλλά πρέπει διαρκώς να τίθεται από όσους διακονούν πολιτικές εξυγίανσης του δημοσίου τομέα στην Ελλάδα. Προκαλεί αποτροπιασμό μέσα στην οδύνη των ημερών ότι αυτός ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, ο οποίος χθες σε μια ανακοίνωση-απαύγασμα του κρατικού αυταρχισμού, λαϊκισμού και ρεβανσισμού δήλωσε ότι «the party is over» θα είναι αυτός που θα ηγηθεί της προσπάθειας ανασυγκρότησης της δημόσιας ραδιοφωνίας και τηλεόρασης στην Ελλάδα. Διότι απλώς το «party» ήταν (και) δικό του. Δεν ήταν του ελληνικού λαού.
Όμως ο Έλληνας πρωθυπουργός με τη χθεσινή απόφαση επιχειρεί κάτι άλλο. Καθώς ουδείς εχέφρων άνθρωπος σε αυτή τη χώρα θεωρεί ότι η κυβέρνησή του είναι σε θέση έστω και στοιχειωδώς να βελτιώσει την Ε.Ρ.Τ., κάνει μια επίδειξη πολιτικής πυγμής με σκοπό να πείσει τους εντός όσο και τους εκτός Ελλάδας ότι η κυβέρνησή του –και μόνον αυτή– μπορεί να διασφαλίσει τα δικαιώματα των δανειστών στην Ελλάδα. Η Ε.Ρ.Τ. είναι η αρχή. Ο τρόπος με τον οποίο εκδηλώνεται επικοινωνιακά αυτή η επίδειξη στριμώχνει ασφυκτικά μέχρι το σημείο του πολιτικού αφανισμού, τούς ήδη βυθισμένους στην ηθική απαξίωση εταίρους του, και υποβάλλει πλέον την αξιωματική αντιπολίτευση σε διλήμματα πιο βαθιά φέρνοντάς την αντιμέτωπη με την επιτακτική ανάγκη της «βίαιης ωρίμανσής» της. Οι ανεπάρκειες της αξιωματικής αντιπολίτευσης πλέον βαραίνουν περισσότερο από ποτέ καθώς η συνέχιση αυτής της κυβερνητικής θητείας είναι εγκληματική.
Είναι γεγονός ότι η δημοκρατία στην Ελλάδα δοκιμάζεται. Πιο συμβολικό στιγμιότυπο αυτής της δοκιμασίας από το «μαύρο» στην οθόνη της Ε.Ρ.Τ. το βράδυ της Τρίτης 11ης Ιουνίου και 2.656 απολύσεις από το δημόσιο με τις υπογραφές δύο υπουργών δύσκολα επινοείται. Αν το εγχείρημα αυτό πετύχει στην Ελλάδα, είναι σίγουρο πως θα περάσει τα ελληνικά σύνορα. Για τον λόγο αυτόν είναι κρίσιμο για τη δημοκρατία στην Ευρώπη να ανατραπεί.
Να μην εκπλήσσει ότι το μαύρο στην οθόνη της Ε.Ρ.Τ. βρήκε έναν υπερασπιστή: τους Έλληνες ναζί. Υπ’ αυτή την έννοια, το συμβάν της 11ης Ιουνίου 2013 αφορά όλους τους Ευρωπαίους δημοκράτες.